Click to set custom HTML
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΡΑΓΚΑΒΑ
ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ
Ο ναός του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά βρίσκεται βορειοανατολικά της Ακρόπολης και συγκεκριμένα επί της οδού Πρυτανείου, λίγο παρακάτω από την περιοχή Αναφιώτικα της Πλάκας. Η περιοχή αυτή στα βυζαντινά χρόνια, αποτελούσε την αριστοκρατικότερη συνοικία της πόλεως. Ο ναός κυριολεκτικά στηρίζεται στους πρόποδες του βράχου της Ακροπόλεως, αγναντεύοντας το λόφο του Λυκαβηττού.
Ο ναός του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά βρίσκεται βορειοανατολικά της Ακρόπολης και συγκεκριμένα επί της οδού Πρυτανείου, λίγο παρακάτω από την περιοχή Αναφιώτικα της Πλάκας. Η περιοχή αυτή στα βυζαντινά χρόνια, αποτελούσε την αριστοκρατικότερη συνοικία της πόλεως. Ο ναός κυριολεκτικά στηρίζεται στους πρόποδες του βράχου της Ακροπόλεως, αγναντεύοντας το λόφο του Λυκαβηττού.
Για να δείτε το ναό μέσω Google Street View πατήστε εδώ.
ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Οι ειδικοί τοποθετούν το ναό στον 11ου αιώνα μ.Χ., εξαιτίας των αρχιτεκτονικών και διακοσμητικών χαρακτηριστικών του, όντας παρόμοιος με άλλες εκκλησίας της ίδιας εποχής (Αγίων Αποστόλων, Σωτείρας Λυκοδήμου). Ανά τους αιώνες υπέστη σημαντικές αλλαγές και προσθήκες, χάνοντας τον αρχικό του βυζαντινό χαρακτήρα Ευτυχώς, το 1979 μ.Χ., η Αρχαιολογικής Υπηρεσία το απεκατέστησε στην σημερινή του μορφή. Σήμερα λειτουργεί ως ενοριακός ναός και εξυπηρετείται από τον π. Νεόφυτο Μάνδαλο μετά πλήθους παρεκκλησιών. Αξιοσημείωτο είναι ότι μεταξύ των παρεκκλησίων περιλαμβάνεται και το το βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου.
Διεύθυνση: Πρυτανείου 1, Πλάκα
Τηλέφωνο: 210-3228193
ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Σύμφωνα με γραπτές πηγές, το «Ραγκαβάς» υπήρξε το επώνυμο γνωστής οικογενείας της Αθήνας και της Κωνσταντινουπόλεως, των Βυζαντινών χρόνων. Πιο επιφανές μέλος της οικογενείας αυτής, ανεδείχθη ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Ραγκαβάς ο Α΄ (811 – 813 μ.Χ.). Η σημαντικότητα και η ακτινοβολία του ναού στη Μεσαιωνική Αθήνα ήταν τέτοια, που ονοματοθέτησε την γύρω περιοχή και την κοντινή είσοδο του τότε αμυντικού τείχους της Αθήνας.
Σύμφωνα με γραπτές πηγές, το «Ραγκαβάς» υπήρξε το επώνυμο γνωστής οικογενείας της Αθήνας και της Κωνσταντινουπόλεως, των Βυζαντινών χρόνων. Πιο επιφανές μέλος της οικογενείας αυτής, ανεδείχθη ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Ραγκαβάς ο Α΄ (811 – 813 μ.Χ.). Η σημαντικότητα και η ακτινοβολία του ναού στη Μεσαιωνική Αθήνα ήταν τέτοια, που ονοματοθέτησε την γύρω περιοχή και την κοντινή είσοδο του τότε αμυντικού τείχους της Αθήνας.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Κατά μία θεωρία, μη αποδεκτή από την πλειοψηφία των αρχαιολόγων πάντως, η αρχική εκκλησία χτίστηκε τον 9ο αιώνα μ.Χ., από τον υιό του αυτοκράτορα Μιχαήλ του Α΄ Ραγκαβά, Θεοφύλακτο, πάνω σε αρχαίο ναό. Εξ’ ου και το κιονόκρανο ιωνικού ρυθμού, που απαντάται στη βορειανατολική πλευρά του σημερινού ναού και το ανεστραμμένο κιονόκρανο εξελιγμένου κορινθιακού τύπου, που στηρίζει την Αγία Τράπεζα. Ο αρχικός κατεστράφη ολοσχερώς από άγνωστη αιτία και ανηγέρθη εκ βάθρων διακόσια χρόνια αργότερα κατά την εποχή της ακμής της Αθήνας.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση ο σημερινός ναός χρονολογείται στον 11ο αιώνα μ.Χ., και αρχικά υπήρξε ιδιωτικός. Ανηγέρθη από την σπουδαία βυζαντινή οικογένεια των «Ραγκαβάδων», που διέμενε τόσο στην Αθήνα όσο και στην Κωνσταντινούπολη.
Επιπλέον, στην περιοχή του Αγίου Νικολάου πιστεύεται ότι κατοικούσαν και εκκλησιάζοντο οι μετέπειτα αυτοκράτειρες Ειρήνη και Θεοφανώ, οι Αθηναίες, καθότι αποτελούσε το αριστοκρατικότερο τμήμα της πόλεως.
Κατά μία θεωρία, μη αποδεκτή από την πλειοψηφία των αρχαιολόγων πάντως, η αρχική εκκλησία χτίστηκε τον 9ο αιώνα μ.Χ., από τον υιό του αυτοκράτορα Μιχαήλ του Α΄ Ραγκαβά, Θεοφύλακτο, πάνω σε αρχαίο ναό. Εξ’ ου και το κιονόκρανο ιωνικού ρυθμού, που απαντάται στη βορειανατολική πλευρά του σημερινού ναού και το ανεστραμμένο κιονόκρανο εξελιγμένου κορινθιακού τύπου, που στηρίζει την Αγία Τράπεζα. Ο αρχικός κατεστράφη ολοσχερώς από άγνωστη αιτία και ανηγέρθη εκ βάθρων διακόσια χρόνια αργότερα κατά την εποχή της ακμής της Αθήνας.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση ο σημερινός ναός χρονολογείται στον 11ο αιώνα μ.Χ., και αρχικά υπήρξε ιδιωτικός. Ανηγέρθη από την σπουδαία βυζαντινή οικογένεια των «Ραγκαβάδων», που διέμενε τόσο στην Αθήνα όσο και στην Κωνσταντινούπολη.
Επιπλέον, στην περιοχή του Αγίου Νικολάου πιστεύεται ότι κατοικούσαν και εκκλησιάζοντο οι μετέπειτα αυτοκράτειρες Ειρήνη και Θεοφανώ, οι Αθηναίες, καθότι αποτελούσε το αριστοκρατικότερο τμήμα της πόλεως.
Κάποια στιγμή κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, ο ναός υπέστη καθίζηση με αποτέλεσμα κατά τις εργασίες επισκευής να υπερυψωθεί το δάπεδό του κατά 30 εκατοστά περίπου. Τούτο είναι εμφανές ακόμα και σήμερα από το γεγονός ότι η δυτική κυρία είσοδος του ναού βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους και από την χαμηλή πλέον κόγχη της Προσκομιδής.
Το 1687 μ.Χ. κατά την πολιορκία της πόλεως των Αθηνών από το Μοροζίνι, μια οβίδα έπληξε το Ιερό Βήμα του ναού, πίσω από την Αγία Τράπεζα, η ζημιά όμως αυτή αποκαταστήθηκε άμεσα.
Το 1687 μ.Χ. κατά την πολιορκία της πόλεως των Αθηνών από το Μοροζίνι, μια οβίδα έπληξε το Ιερό Βήμα του ναού, πίσω από την Αγία Τράπεζα, η ζημιά όμως αυτή αποκαταστήθηκε άμεσα.
Μεταεπαναστατικά, το 1838 μ.Χ., πραγματοποιήθηκαν εργασίες συντηρήσεως και επεκτάσεως του ναού δυτικά, προκειμένου να καλυφθούν οι ενοριακές ανάγκες της περιοχής. Δυστυχώς, όμως κατά την περίοδο αυτή ο ναός υπέστη σοβαρές αλλοιώσεις σε σημείο, που σχεδόν να χαθεί η βυζαντινή του καταγωγή. Εκτός των άλλων, προστέθηκε ο νάρθηκας, το κωδωνοστάσιο, το βόρεια παρεκκλήσι της Αγίας Παρακσευής και ο γυναικωνίτης του σημερινού ναού. Συγκεκριμένα οι εξωτερικές αψίδες του Ιερού Βήματος περιεβλήθησαν με ακαλαίσθητη αντηρίδα, όλη η τοιχοδομία καλύφθηκε με σοβά, ενώ ακόμα και ο βυζαντινός Αθηναϊκός τρούλος επικαλύφθηκε με μαύρα φύλλα μολύβδου! Ταυτόχρονα, κατασκευάσθηκε και το σημερινό ξύλινο τέμπλο, τοποθετημένο γύρω στα 50 εκατοστά πιο δυτικά σε σχέση με το αρχικό, με συνέπεια οι δύο ανατολικοί κίονες του ναού να βρίσκονται μέσα στο Ιερό Βήμα. Οι οικοδόμοι της εποχής θεώρησαν αναγκαίο για την καλύτερη στήριξη της εκκλησίας την προσθήκη δύο επιπλέον κιόνων πλάι στους προϋπάρχοντες. Τότε ήταν που ήχησε για πρώτη φορά μετά από τα 400 περίπου χρόνια σκλαβιάς, ο ήχος της καμπάνας στην ελεύθερη πλέον Αθήνα, από το καμπαναριό του Αγίου Νικολάου. Η ιστορική αυτή καμπάνα βρίσκεται σήμερα κρεμάμενη εντός του Ιερού ναού.
Ευτυχώς κατά τα έτη 1979-1980 μ.Χ. η Αρχαιολογική υπηρεσία πραγματοποίησε εργασίες συντηρήσεως και αναδείξεως του βυζαντινού αυτού μνημείου της Αθήνας και επανέφερε το ναό στην αρχική του μορφή κατά το μέτρο του δυνατού. Τότε αποκαλύφθηκαν αρκετά βυζαντινά στοιχεία του ναού, όπως ο τρούλος, η οροφή και η βόρεια πλευρά του. Συγκεκριμένα, κατά τις εργασίες απομακρύνσεως των φύλλων του τρούλου και στερέωσης του αποκαλύφθηκε σε ένα κιονίσκο του τρούλου, εγχάρακτη επικλητική επιγραφή μέλους της οικογένειας Ραγκαβά. Η επιγραφή αυτή συνέδεσε την παλαιά προφορική αθηναϊκή παράδοση πλέον και με ιστορικά στοιχεία, ότι ο ναός ανεγέρθη από την βυζαντινή οικογένεια «Ραγκαβά».
Η επιγραφή αναγράφει: Κ(ΥΡΙ)Ε ΒΩΗΘΗ ΤΟΥ ΔΟΥΛ(ΟΥ) ΛΕΩ)(Ν)Τ(ΟΣ) ΡΑΝΚΑΒΑ |
Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι παλαιός αγιογραφικός διάκοσμος δεν σώζεται. Οι υπάρχουσες δυτικής τεχνοτροπίας τοιχογραφίες είναι της εποχής του Όθωνα, ενώ το δωδεκάορτο του τέμπλου του παρεκκλησίου της Αγίας Παρασκευής είναι και αυτό του 19ου αιώνα μ.Χ..
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
Ο αρχικός ναός του Αγίου Νικολάου, μισός περίπου σε έκταση σε σχέση με το σημερινό, υπήρξε απλός τετρακίονος, σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο, παρόμοιος με αυτόν των Αγίων Ασωμάτων Θησείου και με της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Πλάκας. Δεν περιελάμβανε τα μετέπειτα ανεγερθέντα ακαλαίσθητα προκτίσματα του προνάου, του βορείου παρεκκλησίου, του γυναικωνίτου και του κωδωνοστασίου. Αντίθετα, υπήρχε ένας κατεδαφισθείς θολοσκεπής σταυρεπίστεγος νάρθηκας, πάνω από τον οποίο υψωνόταν ένα απλό τοξωτό βυζαντινό κωδωνοστάσιο. Στην κεραία του προνάου ανοιγόταν ένα δίλοβο παράθυρα και λίγο χαμηλότερα εκατέρωθέν του, δύο μικρότερα μονόλοβα.
Ο ναός χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του δόμηση. Στη βορειοανατολική πλευρά δύναται κανείς να εντοπίσει μετά τις εργασίες αποκαταστάσεως του μνημείου το 1979 μ.Χ., τη μεσοβυζαντινή διαρρύθμιση των προσόψεων και των περιθωρίων.
Ο αρχικός ναός του Αγίου Νικολάου, μισός περίπου σε έκταση σε σχέση με το σημερινό, υπήρξε απλός τετρακίονος, σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο, παρόμοιος με αυτόν των Αγίων Ασωμάτων Θησείου και με της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Πλάκας. Δεν περιελάμβανε τα μετέπειτα ανεγερθέντα ακαλαίσθητα προκτίσματα του προνάου, του βορείου παρεκκλησίου, του γυναικωνίτου και του κωδωνοστασίου. Αντίθετα, υπήρχε ένας κατεδαφισθείς θολοσκεπής σταυρεπίστεγος νάρθηκας, πάνω από τον οποίο υψωνόταν ένα απλό τοξωτό βυζαντινό κωδωνοστάσιο. Στην κεραία του προνάου ανοιγόταν ένα δίλοβο παράθυρα και λίγο χαμηλότερα εκατέρωθέν του, δύο μικρότερα μονόλοβα.
Ο ναός χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του δόμηση. Στη βορειοανατολική πλευρά δύναται κανείς να εντοπίσει μετά τις εργασίες αποκαταστάσεως του μνημείου το 1979 μ.Χ., τη μεσοβυζαντινή διαρρύθμιση των προσόψεων και των περιθωρίων.
Η τοιχοδομία ως τη μέση περίπου του ναού είναι από ακατέργαστους ογκόλιθους και πωρόλιθους, πιθανόν Αιγινήτικους. Οι μεγάλες κάθετες πλάκες είναι τοποθετημένες παράλληλα στο κάτω μέρος του τοίχου, αλλά χωρίς να σχηματίζουν σταυρό, λόγω του μικρού μεγέθους του ναού. Η τοιχοποιία ακολουθεί τον πλινθοπερίκλειστο τύπο, δηλαδή έχουν χρησιμοποιηθεί λαξευμένες πέτρες περιστοιχισμένες από τούβλα και διακοσμείται από κουφικά σύμβολα, δηλαδή από διακοσμητικά στοιχεία που μιμούνται την αραβική γραφή. Η κεραμοπλαστική τοιχοποιία στη διάταξη του βόρειου τοίχου εμφανίζει μια λανθάνουσα ασυμμετρία Έχουν σωθεί οκτώ κουφικά κοσμήματα, περιορισμένα σε συγκεκριμένα σημεία, όπως στο τύμπανο του παραθύρου της βόρειας πλευράς και στον τοίχο γύρω από το παράθυρο. Επιπλέον, δύο οδοντωτές ταινίες περιτρέχουν το μνημείο και περιβάλλουν το δίλοβο παράθυρο της βόρειας κεραίας και τα ανοίγματα του ισογείου.
Ο επισκέπτης μπορεί να εντοπίσει αρκετά αρχαία αρχιτεκτονικά υλικά, που χρησιμοποιήθηκαν κατά την οικοδόμηση του ναού, συνήθης πρακτική των βυζαντινών της εποχής εκείνης. Επιπλέον των δύο προαναφερθέντων κιονόκρανων, υφίσταται ένα ιωνικό κιονόκρανο ρωμαίικης εποχής με τριπλό ζωστήρα στο προσκέφαλο, εσνωματωμένο στην αντηρίδα της ανατολικής πλευρά του ναού. Ένα επιπλέον ιδιαίτερο στοιχείο του ναού είναι η διπλή σειρά με γεισίπους γύρω από το εξωτερικό τμήμα του.
Ο τρούλος όπως αναμενόταν είναι τυπικό δείγμα Αθηναϊκού οκταγωνικού τρούλου της εποχής. Το αρχικό τέμπλο, όπως δείχνουν μερικά θωράκια, με επιστύλιο και κιονίσκους, που σώζονται στην αυλή της εκκλησίας, φαίνεται πως ήταν μαρμάρινο και χαμηλό. Ένας κιονίσκος του τρούλλου μάλιστα, που ανευρέθη στις εργασίες αποκαταστάσεως του 1969 μ.Χ. φέρει το ένδοξο επώνυμο της οικογενείας των Ραγκαβά. Άξια προσοχής τυγχάνει και εσωτερικά η τοιχοποιία του βορείου τοίχου, κοντά στην πρόθεση, όντας και αυτή πλινθοπερίκλειστη. |
|
Μια πληρέστερη εικόνα της αλλοίωσης του βυζαντινού ναού του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά μπορεί να πάρει ο επισκέπτης μέσα από το βίβλίο «Από τας Παλαιάς Αθήνας" του έτους 1922 μ.Χ., του Δημητρίου Καμπούρογλου, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται :
«ο Άγιος Νικόλαος του Ραγκαβά , έχει δυστυχώς ανακαινισθή, επαυξηθή και πασαλειφθή. Κάπου κάπου διακρίνει κάνείς ίχνη της βυζαντινότητάς του. Κάτι θυρίδας και κάτι θύρας εντοιχισμένας και κάτι πορωλίθους, από τους οποίους έφυγε ο σουβάς. Ως και ο τρούλλος, που θα διετήρει, ως συμβαίνει συνήθως εις τας παλαιάς εκκλησίας, πλήρη την παλαιότητά του περιεβλήθη ολόκληρος με τσίγγον. Θα ήτο διάτρητος, φαίνεται από τίποτε κανονιές, θα έσταζε και ποιός τεχνίτης σημερινός θα ετολμούσε ποτέ να συμπληρώση τρούλλον Βυζαντινής τελειότητος; Αιώνες περνούν και τα Βυζαντινά κεραμίδια δεν υποχωρούν εις την βίαν του βοριά ούτε εις τους κατακλυσμούς του Αθηναϊκού ουρανού. Τα νεώτερα κεραμίδια θέλουν κάθε χρόνο άλλαγμα.
Εσωτερικώς όλαι αι εικόνες του Ραγκαβά είναι άλλαι μεν εντελώς νέαια και άλλαι χρωματισμέναι από πάνω. Ξανακαινούργωμα λέγαται η περίφημος αυτή τέχνη...
Δεν κακίζουμε του φιλόκαλους επιτρόπους, ούτε τους δαπανήσαντες ευλαβείς και ιερείς. Αυή ήτο το πνεύμα της εποχής μας μέχρι προ τινών ετών ακόμα.»
«ο Άγιος Νικόλαος του Ραγκαβά , έχει δυστυχώς ανακαινισθή, επαυξηθή και πασαλειφθή. Κάπου κάπου διακρίνει κάνείς ίχνη της βυζαντινότητάς του. Κάτι θυρίδας και κάτι θύρας εντοιχισμένας και κάτι πορωλίθους, από τους οποίους έφυγε ο σουβάς. Ως και ο τρούλλος, που θα διετήρει, ως συμβαίνει συνήθως εις τας παλαιάς εκκλησίας, πλήρη την παλαιότητά του περιεβλήθη ολόκληρος με τσίγγον. Θα ήτο διάτρητος, φαίνεται από τίποτε κανονιές, θα έσταζε και ποιός τεχνίτης σημερινός θα ετολμούσε ποτέ να συμπληρώση τρούλλον Βυζαντινής τελειότητος; Αιώνες περνούν και τα Βυζαντινά κεραμίδια δεν υποχωρούν εις την βίαν του βοριά ούτε εις τους κατακλυσμούς του Αθηναϊκού ουρανού. Τα νεώτερα κεραμίδια θέλουν κάθε χρόνο άλλαγμα.
Εσωτερικώς όλαι αι εικόνες του Ραγκαβά είναι άλλαι μεν εντελώς νέαια και άλλαι χρωματισμέναι από πάνω. Ξανακαινούργωμα λέγαται η περίφημος αυτή τέχνη...
Δεν κακίζουμε του φιλόκαλους επιτρόπους, ούτε τους δαπανήσαντες ευλαβείς και ιερείς. Αυή ήτο το πνεύμα της εποχής μας μέχρι προ τινών ετών ακόμα.»
Λοιπές φωτογραφίες Αγίου Νικολάου Ραγκαβά.
Byzantine Athens