ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΥΜΗΤΤΟΥ
|
Ο μικρός σε όγκο και έκταση Υμηττός, ο προσφιλής «Τρελός» των Παλαιών Αθηναίων, υπήρξε κατά τις περιόδους του Βυζαντίου, της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας, το μικρό Άγιο Όρος της Αττικής, λόγω του πλήθους των μοναστηριών, που φιλοξενούσε. Δυστυχώς η ακριβής χρονολόγηση και και ένταξη των μνημείων αυτών στην μακρά λίστα των βυζαντινών μνημείων της Αττικής, είναι μια ιδιαίτερα προβληματική υπόθεση με έντονα αντικρουόμενες θεωρίες, λόγω ελλείψεως γραπτών πηγών. Σε οποιαδήποτε περίπτωση η αξία των Μονών πηγάζει όχι από την χρονολογία ανεγέρσεώς τους, αλλά από το κλίμα που αποπνέουν ακτινοβολώντας την λατρευτική διάθεση και την δύναμη της πίστεώς των προγόνων μας, είτε πρόκειται τελικά για μνημεία βυζαντινής είτε μεταβυζαντινής εποχής.
Τα έξι μοναστήρια από βορρά νότον έχουν ως εξής:
με τέσσερα εξ αυτών να είναι σε λειτουργία σήμερα από γυναικείες αδελφότητες και την Μονή Καισαριανής να αποτελεί μουσειακό χώρο. |
Αντίθετα για την δυναμική των μοναστηριών αυτών κατά το παρελθόν, μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν βασισμένες στο μικρό μέγεθος των κτηριακών συγκροτημάτων τους. Πιθανότατα δεν πρέπει να ξεπερνούσαν τις λίγες δεκάδες ανά αδελφότητα.
Καλό θα ήταν, της περιηγήσεώς των μνημείων να προηγηθεί μια επιγραμματική αναφορά στον περιβάλλοντα χώρο τους, στον γνωστό-άγνωστο δηλαδή Υμηττό μας. Πόσο μάλλον, όταν βάσει των περιγραφών του Αγίου Μιχαήλ Χωνιάτου (δείτε σχετική ενότητα εδώ), η μορφολογία του βουνού δεν φαίνεται να έχει αλλάξει δραματικά από τα βυζαντινά έτη.
Όσον αφορά την προέλευση του ονόματος του Υμηττού, εικάζεται ότι ετυμολογείται από την πελασγική λέξι Ούμετ η Ύμετ, η οποία εσήμαινε άγριος, τραχύς, βραχώδης τόπος.
Αλλά ο Υμηττός, ως γνωστόν, καλείτο από τον λαό και τρελοβούνι. Ακόμα και οι Τούρκοι κατακτητές τον αποκαλούσαν έτσι (Ντελή-Ταγ). Κατά μια θεωρία, το επίθετο τρελός το προσέδωσαν οι αρχαίοι Έλληνες στον Υμηττό, που κατά την προσπάθειά τους να προβλέψουν τα καιρικά φαινόμενα, παρατηρώντας την κορυφή του. Λόγω όμως των συχνών καιρικών ανωμαλιών του κλίματος του λεκανοπεδίου, ονόμασαν το βόρειο τμήμα του Υμηττού τρελό, με το νότιο για άγνωστο λόγο να μαυροβούνι. Κατά άλλους, η ονομασία τρελός ετυμολογείται και από την γαλλική προσφώνησι tres long (πολύ μακρύς) των γάλλων περιηγητών της εποχής της Τουρκοκρατίας, αν και φαίνεται ότι χρησιμοποιείτο αρκετούς χρόνους νωρίτερα.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, σήμερα έχει επικρατήσει πλήρως η αρχαία ονομασία του βουνού, Υμηττός, αυτή που αναφέρει και ο Παυσανίας: «όρη δε Αθηναίοις εστί... και Υμηττός, ος φύει νομάς μελίσσαις επιτηδειοτάτας πλην αλαζώνων...».
Όσον αφορά την προέλευση του ονόματος του Υμηττού, εικάζεται ότι ετυμολογείται από την πελασγική λέξι Ούμετ η Ύμετ, η οποία εσήμαινε άγριος, τραχύς, βραχώδης τόπος.
Αλλά ο Υμηττός, ως γνωστόν, καλείτο από τον λαό και τρελοβούνι. Ακόμα και οι Τούρκοι κατακτητές τον αποκαλούσαν έτσι (Ντελή-Ταγ). Κατά μια θεωρία, το επίθετο τρελός το προσέδωσαν οι αρχαίοι Έλληνες στον Υμηττό, που κατά την προσπάθειά τους να προβλέψουν τα καιρικά φαινόμενα, παρατηρώντας την κορυφή του. Λόγω όμως των συχνών καιρικών ανωμαλιών του κλίματος του λεκανοπεδίου, ονόμασαν το βόρειο τμήμα του Υμηττού τρελό, με το νότιο για άγνωστο λόγο να μαυροβούνι. Κατά άλλους, η ονομασία τρελός ετυμολογείται και από την γαλλική προσφώνησι tres long (πολύ μακρύς) των γάλλων περιηγητών της εποχής της Τουρκοκρατίας, αν και φαίνεται ότι χρησιμοποιείτο αρκετούς χρόνους νωρίτερα.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, σήμερα έχει επικρατήσει πλήρως η αρχαία ονομασία του βουνού, Υμηττός, αυτή που αναφέρει και ο Παυσανίας: «όρη δε Αθηναίοις εστί... και Υμηττός, ος φύει νομάς μελίσσαις επιτηδειοτάτας πλην αλαζώνων...».
Ο ταπεινός και περιφρονημένος μας Υμηττός λοιπόν, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από πολλές απόψεις. Αποτελεί ένα διαχωριστικό τείχος μεταξύ του λεκανοπεδίου της Αθήνας και της πεδιάδας των Μεσόγειων, με συνολική έκταση 81.230 στρεμμάτων, και μήκους 20 χλμ., εκτεινόμενος από την Αγία Παρασκευή και τα Γλυκά Νερά, έως τη Βούλα και τη Βάρη. Το βουνό χωρίζεται από ένα μεγάλο φαράγγι σε δύο μέρη. Στο βόρειο, στον Μεγάλο Υμηττό με ψηλότερη Κορυφή τον Εύζωνα σε υψόμετρο 1.026 μέτρων και στο νότιο ή Άνυδρο Υμηττό η Ελάττωνα, με ύψος 774 μέτρα. Ο Υμηττός έχει περίπου 50 σπήλαια και βάραθρα, ενώ η κορυφή του απέχει μόλις 8 χλμ σε ευθεία γραμμή, από το κέντρο της σύγχρονης Αθήνας (πλατεία Συντάγματος).
|
Το όρος προστατεύεται θεσμικά από Προεδρικό Διάταγμα του έτους 1978 (μπορείτε να το κατεβάσετε από εδώ) και είναι ενταγμένος στο Δίκτυο Περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ιδιαίτερη οικολογική αξία (Νatura 2000). Ως οικοσύστημα παρουσιάζει υψηλή βιοποικιλότητα, φιλοξενώντας ενδημικά και προστατευόμενα είδη φυτών και ζώων. Συγκεκριμένα στις πλαγιές του βουνού ανθούν πάνω από 600 είδη φυτών, ενώ 30 από αυτά είναι φυτά ενδημικά της Πατρίδος μας. Η πανίδα του περιλαμβάνει πάνω από 100 είδη πουλιών (αρπακτικά, μεταναστευτικά η μόνιμα, χειμερινούς επισκέπτες κλπ), αρκετά είδη θηλαστικών (κουνάβια, νυφίτσες, αλεπούδες, λαγούς, σκαντζόχοιρους, κλπ) ερπετά (φίδια, χελώνες, κλπ), έντομα με κυριώτερο, βέβαια, είδος τις μέλισσες.
Στα όρια του Υμηττού περιλαμβάνεται μόνιμο καταφύγιο θηραμάτων, «αισθητικό δάσος» γύρω από το Μοναστήρι της Καισαριανής καθώς και περιοχές με σημαντικές αρχαιολογικές ζώνες. Η συνολική έκταση του γνωστού σε όλους μας αισθητικού δάσους, γύρω από τη Μονή Καισαριανής, είναι 4.460 στρέμματα και συνιστά το εντυπωσιακό αποτέλεσμα της μεγάλης αναδασωτικής προσπάθειας της Φιλοδασικής Ένωσης Αθηνών. |
Byzantine Athens