ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Η Αθήνα κατά τους Βυζαντινού χρόνους μπορεί να είχε χάσει την αρχαία της αίγλη, αλλά παρά ταύτα παρέμενε ένα σημαντικό επαρχιακό κέντρο, με σχετικά μεγάλο πληθυσμό, με έδρα Μητροπολίτη, με ένα απόρθητο φρούριο (Ακρόπολη), και με το οικουμενικό προσκύνημα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας.
Δυστυχώς, τα μοναδικά απομεινάρια της εποχής εκείνης είναι λίγα βυζαντινά εκκλησάκια και κάποια φτωχά ερείπια, που ήρθαν στο φως κατά την διάρκεια των ανασκαφών. Ταυτόχρονα, παρατηρείται μια δυσερμήνευτη «σιωπή» γραπτών πηγών για τη Μεσαιωνική Αθήνα, με μοναδική λαμπρή εξαίρεση τα γραπτά του λόγιου μητροπολίτη Αθηνών του 12ου αιώνος μ.Χ., Μιχαήλ Χωνιάτης, που συνίστανται από λόγους, επιστολές, υπομνήματα προσφωνήσεις και στίχους. Όλα τα έργα του πάντως, διαπνέονται από μια βαθιά θλίψη, που πηγάζουν από την αξιοθρήνητη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η περιώνυμη πόλη των Αθηνών επί των ημερών του. Αν και σε πολλά από αυτά διακρίνεται μια δόση υπερβολής, για λόγους σκοπιμότητος, (προσεγγίσει ενδιαφέροντος και βοήθειας από την κεντρική διοίκηση), παραμένει γεγονός ότι η Αθήνα διήγαγε δύσκολες ημέρες πριν την κατάκτησή της από τους Σταυροφόρους Φράγκους. |
Η Ακρόπολη, ο Άρειος Πάγος, ο Λυκαβηττός, ο Αρδηττός, ο λόφος του Φιλοπάππου, του Αστεροσκοπείου και το Θησείο αποτελούσαν τον άμεσο φυσικό περίγυρο μιας πόλεως με γυμνό φυσικό περιβάλλον. Οικιστικά, η μεσαιωνική Αθήνα αναπτύχθηκε κατά κύριο λόγο εντός του υστερορρωμαϊκού της τείχους,3 με 3,50μ. και ύψος περίπου 11,50μ. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν σπόλια από τα κατεστραμμένα από τους Ερούλους αρχαία οικοδομήματα. Η διαδρομή του τείχους ξεκινούσε από τα ΒΔ της Ακρόπολης κάτω από τα Προπύλαια, συνέχιζε κατά μήκος της ανατολικής πλευράς της Παναθηναϊκής οδού, περνούσε από τη νοτιοανατολική Στοά και τη βιβλιοθήκη του Πανταί-νου, περιέκλειε τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού καθώς και την περιοχή από το Ηρώδειο (το ενσωμάτωνε) μέχρι το Διονυσιακό θέατρο, συνέχιζε προς τα ανατολικά και εν συνεχεία νότια και έκλεινε στα ΒΑ της Ακρόπολης.
|
Οικιστικά, η μεσαιωνική Αθήνα αναπτύχθηκε κατά κύριο λόγο εντός του υστερορρωμαϊκού της τείχους. Κατά την εποχή εκείνη ο εξωτερικός οχυρωματικός ρωμαϊκός περίβολος φαίνεται ότι είχε περισσότερο την αξία ορίου παρά αμυντικού τείχους.
Όμως, κατά την περίοδο του 10ου -12ου αιώνος μ.Χ. (περίοδος μικρής άνθησης), η πόλη διευρύνθηκε σημαντικά, και μάλιστα εκτός του τείχους, προς όλες τις κατευθύνσεις. Ταυτόχρονα μικρές βιοτεχνικές εγκαταστάσεις άρχισαν να αναπτύσσονται στην περιοχή, λείψανα των οποίων έχουν εντοπισθεί ανασκαφικά στην περιοχή της Ρωμαϊκής Αγοράς, του Αρείου Πάγου, του Κεραμεικού και του Ολυμπιείου.
Το οικιστικό περιβάλλον της πόλης διαμορφώνεται χωροταξικά σε τρία επίπεδα.
Όμως, κατά την περίοδο του 10ου -12ου αιώνος μ.Χ. (περίοδος μικρής άνθησης), η πόλη διευρύνθηκε σημαντικά, και μάλιστα εκτός του τείχους, προς όλες τις κατευθύνσεις. Ταυτόχρονα μικρές βιοτεχνικές εγκαταστάσεις άρχισαν να αναπτύσσονται στην περιοχή, λείψανα των οποίων έχουν εντοπισθεί ανασκαφικά στην περιοχή της Ρωμαϊκής Αγοράς, του Αρείου Πάγου, του Κεραμεικού και του Ολυμπιείου.
Το οικιστικό περιβάλλον της πόλης διαμορφώνεται χωροταξικά σε τρία επίπεδα.
- Στην οχυρωμένη Ακρόπολη,όπου βρίσκεται ο μητροπολιτικός ναός και η έδρα της εκκλησιαστικής εξουσίας,
- Στον χώρο που περικλείεται από το υστερορωμαϊκό τείχος και κατοικεί η ανώτερη αστική τάξη,
- Στην περιοχή μεταξύ του υστερορωμαϊκού και του αρχαίου τείχους, που κατοικεί διασκορπισμένος ο υπόλοιπος
πληθυσμός της πολής, κατά κύριο λόγο δηλαδή οι αγρότες και οι λοιποί παραγωγοί.
Στη μεσαιωνική Αθήνα ήταν εμφανής η παντελής απουσία πολεοδομικού σχεδιασμού, με ακανόνιστα διατεταγμένες οδικές αρτηρίες μικρού πλάτους. Απόδειξη της απουσίας πολεοδομικών κανονισμών, αποτελεί η ανυπαρξία οργανωμένων νεκροταφείων μέσα στην πόλη, με συνέπεια οι κάτοικοί να θάβουν τους νεκρούς τους στον περίβολο των ενοριακών τους ναών και μοναστηριών.
Οι βυζαντινοί οικισμοί συνυπήρχαν ειρηνικά με τα ερειπωμένα κτίρια και μνημεία της ελληνορωμαϊκής Αρχαιότητας, τα οποία παρέμεναν δυστυχώς τελείως άγνωστα για τους κατοίκους τους. Στο χώρο της Αθηναϊκής αγοράς υπήρχαν άφθονα αρχαία spolia (αγάλματα, μάρμαρα, επιγραφές, κ.λπ.) ενσωματωμένα τόσο στο υστερορρωμαϊκό τείχος όσο και σε πλήθος μεσοβυζαντινών σπιτιών.
Οι βυζαντινοί οικισμοί συνυπήρχαν ειρηνικά με τα ερειπωμένα κτίρια και μνημεία της ελληνορωμαϊκής Αρχαιότητας, τα οποία παρέμεναν δυστυχώς τελείως άγνωστα για τους κατοίκους τους. Στο χώρο της Αθηναϊκής αγοράς υπήρχαν άφθονα αρχαία spolia (αγάλματα, μάρμαρα, επιγραφές, κ.λπ.) ενσωματωμένα τόσο στο υστερορρωμαϊκό τείχος όσο και σε πλήθος μεσοβυζαντινών σπιτιών.
Όσον αφορά την πολεοδομική μορφή του ιστού της μεσαιωνικής Αθήνας είναι φύσει αδύνατο να ανακτηθεί από του σύγχρονους αρχαιολόγους και τους ιστορικούς καθότι:
- οι ανασκαφές των Αθηνών πραγματοποιήθηκαν κατά κανόνα από «κλασσικούς» αρχαιολόγους, οι οποίοι δεν επέδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα μεσαιωνικά ευρήματα. Τουναντίον, πολλές φορές κατέστρεφαν ολόκληρα σύνολα ερειπίων βυζαντινών κατοικιών και δεν δίσταζαν να κατεδαφίσουν ακόμα και άρτια σωζόμενες βυζαντινές εκκλησίες προκειμένου να ανασκάψουν υποκείμενα στρώματα εδάφους, που ήταν κατάσπαρτα από λείψανα της Ελληνικής Αρχαιότητας.
- η κατ’ εξακολούθηση και επί αιώνες (από την αρχαιότητα έως τα τέλη του 19ου αιώνος μ.Χ.) ανακύκλωση οικοδομικού υλικού δυσχεραίνει αφάνταστα την χρονολόγηση των ευρημάτων.
- η χρήση ευτελών υλικών κατασκευής των κατοικιών συνδυαζόμενη με την μέτρια λιθοδομή οδήγησε στην πλήρη κατάρρευση τους.
Δυστυχώς η βυζαντινή κατοικία των Αθηνών παραμένει ένα άλυτο μυστήριο έως τη σήμερον, καθότι τα ανασκαφικά ευρήματα περιορίζονται στα ισόγεια των σπιτιών. Τα δάπεδα των κατωγίων ήταν κατά κανόνα από πατημένο χώμα, ενώ η ανωδομή τους πιθανότατα να αποτελούνταν από ωμές πλίνθους, μη δυνάμενες βέβαια να αντέξουν στη ροή του χρόνου. Η πλειοψηφία των σπιτιών ήταν διώροφες με εσωτερική αυλή στο κέντρο. Σε οποιαδήποτε περίπτωση πάντως τα ευρήματα οδηγούν τους ειδικούς στην διαπίστωση της ανυπαρξίας οποιουδήποτε πολεοδομικού σχεδιασμού, καθότι οι κάτοικοι της εποχής εκείνης φαίνεται να χτίζανε τα μικρών διαστάσεων σπίτια τους με ακανόνιστο τρόπο με μοναδικό γνώμονα την ευκολία και οικονομία κατά την ανέγερσή τους (επαναχρησιμοποίηση παλιών οικοδομικών υλικών, ακόμα και ερειπίων παλαιοτέρων κτιρίων).
|
Κάθε κατοικία συνοδευόταν από αρκετά υπόγεια αποθηκευτικά αγγεία, που χρησιμοποιούσαν οι βυζαντινοί Αθηναίοι για την αποθήκευση - συντήρηση των αγαθών τους. Πλέον των αναρίθμητων αυτών αγγείων, ανακαλύφθηκαν διάφορες στέρνες, που χρησίμευαν στην συλλογή του βρόχινου νερού. Άλλωστε η λειψυδρία αποτελούσε ουσιαστικό γνώρισμα της πόλεως των Αθηνών από την αρχαιότητα ακόμα.
|
Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα ο μεγάλος αριθμός των λατρευτικών χώρων της Αθήνας, σε σχέση με άλλες επαρχιακές πόλεις της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Από ιστορικής σκοπιάς το γεγονός αυτό παραμένει δυσερμήνευτο, όπως άλλωστε και η πλήρης αντίθεση που εμφανίζεται στην ποιότητα κατασκευής των Βυζαντινών αυτών μνημείων με την υπόλοιπη φτωχά και από ευτελή υλικά χτισμένη πόλη.
Κύρια πηγή του συγκεκριμένου άρθρου αποτέλεσε το βιβλίο του κ. Χαράλαμπου Μπούρα με τίτλο Βυζαντινή Αθήνα. 10ος-12ος αι., 2010, Εκδόσεις Μουσείου Μπενάκη, 6ο Παράρτημα, ISBN: 978-960-476
Κύρια πηγή του συγκεκριμένου άρθρου αποτέλεσε το βιβλίο του κ. Χαράλαμπου Μπούρα με τίτλο Βυζαντινή Αθήνα. 10ος-12ος αι., 2010, Εκδόσεις Μουσείου Μπενάκη, 6ο Παράρτημα, ISBN: 978-960-476
Χάρτες της πόλεως των Αθηνών κατά τα Βυζαντινά έτη
Λοιπές φωτογραφίες τραβηγμένες κατά την ανασκαφή της Αρχαίας Αγοράς