ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ
ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ
Η Ιερά Μονή Καισαριανής βρίσκεται καλά κρυμμένη στο μέσο μιας καταπράσινης κοιλάδας εκτάσεως 5.000 στρεμμάτων, μόλις δύο χιλιόμετρα από την ομώνυμη συνοικία των Αθηνών.
ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Χρονολογία ανεγέρσεως της Ιεράς Μονής : 11ος – 12ος αιώνας μ.Χ..
Τύπος Ναού Καθολικού: Σταυροειδής εγεγγραμμένος ναός με νάρθηκα.
Η Μονή είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου.
Σήμερα αποτελεί φυλασσόμενο μνημείο του Υπουργείου Πολιτισμού.
Ώρες επισκέψεως : 8:30 – 15:00.
Κόστος εισιτηρίου: 2 ευρώ. Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να βρείτε εδώ.
τηλ. επικοινωνίας: 210-7236619 και 210-7224123.
Τύπος Ναού Καθολικού: Σταυροειδής εγεγγραμμένος ναός με νάρθηκα.
Η Μονή είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου.
Σήμερα αποτελεί φυλασσόμενο μνημείο του Υπουργείου Πολιτισμού.
Ώρες επισκέψεως : 8:30 – 15:00.
Κόστος εισιτηρίου: 2 ευρώ. Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να βρείτε εδώ.
τηλ. επικοινωνίας: 210-7236619 και 210-7224123.
Μπορείτε να εκτυπώσετε το αντίστοιχο έντυπο του Υπουργείου Πολιτισμού από εδώ.
|
|
Ακολουθίες: Θείες Ακολουθίες τελούνται κατά την εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου) και την Μεγάλη Παρασκευή μεσημέρι εκάστου έτους. Η περιφορά του επιταφίου πραγματοποιείται στις πλαγιές του Υμηττού στις 14:00 κατόπιν ειδικής αδείας υπουργείου Πολιτισμού.
ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Σχετικά με την προέλευση του ονόματος της Μονής έχουν αναπτυχθεί αρκετές θεωρίες , όλες εκ των οποίων παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Συγκεκριμένα, η Μονή ενδεχομένως να ονοματοδοτήθηκε:
α) από παράφραση της λέξεως σεργιάνι (περίπατο), που ανέκαθεν οι Αθηναίοι όλων των εποχών έκαναν στον Υμηττό. Η θεωρία αυτή ενισχύεται σημαντικά από την ύπαρξη γραπτών κειμένων των αρχών του 13ου αιώνος μ.Χ., στα οποία η περιοχή αναφέρεται παράλληλα ως Συριανή και Καισαριανή. Άλλωστε, είναι γνωστό τοις πάσι και το λαϊκό δίστιχο
"Στη Συριανή σεργιάνι και στην Πεντέλη μέλι και στο Δαφνί κρύο νερό που πίνουν οι αγγέλοι”
α) από παράφραση της λέξεως σεργιάνι (περίπατο), που ανέκαθεν οι Αθηναίοι όλων των εποχών έκαναν στον Υμηττό. Η θεωρία αυτή ενισχύεται σημαντικά από την ύπαρξη γραπτών κειμένων των αρχών του 13ου αιώνος μ.Χ., στα οποία η περιοχή αναφέρεται παράλληλα ως Συριανή και Καισαριανή. Άλλωστε, είναι γνωστό τοις πάσι και το λαϊκό δίστιχο
"Στη Συριανή σεργιάνι και στην Πεντέλη μέλι και στο Δαφνί κρύο νερό που πίνουν οι αγγέλοι”
β) από κάποιον επιφανή μοναχό της, επ' ονόματι Καισάριο, ιδρυτή ή ηγούμενο της Ιεράς Μονής,
γ) από τον επιθετικό προσδιορισμό της εφαίστειας κειμηλιακής εικόνας της Παναγίας μας, μεταφερθείσα από την Καισάρεια της Μικράς Ασίας. Εσωτερικός περίβολος Ιεράς Μονής Καισαριανής.
|
|
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Οι παλαιότερες γραπτές μαρτυρίες, που υπάρχουν για τη Μονή ανάγονται στην εποχή της Φραγκοκρατίας (Άγιος Μιχαήλ Χωνιάτης – πάπας Ρώμης Ιννοκέντιος Γ΄).
Η χρονολογία ιδρύσεως της αφιερωμένης στα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου Ιεράς Μονής, τοποθετείται κάπου τον 11ο - 12ο αιώνα μ.Χ.. Ανηγέρθη κατά το έθος των Βυζαντινών πάνω σε ερείπια αρχαίου ναού και εν προκειμένω της θεάς Δήμητρας.
Σύμφωνα με τις προφορικές παραδόσεις, που διετήρησε ο Δημήτριος Καμπούρογλου στα κείμενά του, αν και δεν έχουν επιβεβαιωθεί έως σήμερα αρχαιολογικά ή ιστορικά, ο χώρος πέριξ του αρχαίου ναού υπήρξε φιλοσοφική σχολή. Κατόπιν της διαλύσεως της σχολής με το γνωστό Ιουστινιάνιο διάταγμα του 529 μ.Χ., μετατράπηκε σε χριστιανική Ιερά Μονή, μεταξύ του 6ου-7ου αιώνα μ.Χ..
Η χρονολογία ιδρύσεως της αφιερωμένης στα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου Ιεράς Μονής, τοποθετείται κάπου τον 11ο - 12ο αιώνα μ.Χ.. Ανηγέρθη κατά το έθος των Βυζαντινών πάνω σε ερείπια αρχαίου ναού και εν προκειμένω της θεάς Δήμητρας.
Σύμφωνα με τις προφορικές παραδόσεις, που διετήρησε ο Δημήτριος Καμπούρογλου στα κείμενά του, αν και δεν έχουν επιβεβαιωθεί έως σήμερα αρχαιολογικά ή ιστορικά, ο χώρος πέριξ του αρχαίου ναού υπήρξε φιλοσοφική σχολή. Κατόπιν της διαλύσεως της σχολής με το γνωστό Ιουστινιάνιο διάταγμα του 529 μ.Χ., μετατράπηκε σε χριστιανική Ιερά Μονή, μεταξύ του 6ου-7ου αιώνα μ.Χ..
Ο πρώτος χριστιανικός ναός, που ανηγέρθη στην περιοχή, ευρίσκετο σε ένα κοντινό ύψωμα νοτιοδυτικά του μοναστηριού, με πανοραμική θέα στον Σαρωνικό. Πρόκειτο για μια βασιλική του 5ου-6ου αιώνος μ.Χ., τα ερείπια της οποίας είναι ορατά ακόμα και σήμερα στη θέση του Φραγκομονάστηρου (δείτε σχετική ενότητα εδώ). Ο εύκολος εντοπισμός της θέσεως του Μοναστηριού από τους πειρατές και λοιπούς επιδρομείς, πιθανότατα αποτέλεσαν την αιτία της μετακινήσεως της συνοδείας στην σημερινή θέση της Μονής.
Η Ιερά Μονή στη σημερινή της μορφή κτίσθηκε κάπου στα τέλη του 11ου αιώνος μ.Χ. - αρχές του 12ου αιώνος μ.Χ., από το υπάρχον δομικό υλικό του αρχαιοελληνικού και παλαιοχριστιανικού ναού. Η Μονή, καθώς αναφέρει παλαιό σωζόμενο πατριαρχικό σιγίλιο του 1687 μ.Χ., υπήρξε από ιδρύσεώς της «σταυροπηγιακή», γεγονός που της προσέδιδε κύρος και υλική ευμάρεια με τα ειδικά παραχωρηθέντα προνόμιά της. |
Οι πρόσοδοί της προήρχοντο κυρίως από την ενάσκηση της συστηματικής καλλιέργειας της μελισσοκομίας, δεδομένης της ποιότητας του μελιού του Υμηττού. Ακόμα και η εμβληματική φυσιογνωμία της Βυζαντινής Αθήνας και τελευταίος μητροπολίτης Αθηνών, ο λόγιος Άγιος Μιχαήλ Χωνιάτης (δείτε σχετική ενότητα εδώ) σε επιστολή του το 1209 μ.Χ. αναφέρεται στην μελισσοκομία της Ιεράς Μονής "..από του υστερήματος αυτού ωνησάμενος μελισσών κυψέλας, παρέδωκε τω καθοδηγουμένω της Μονής της Καισαριανής ώστε εν τω Υμηττώ νέμεσθαι και επιδιδόναι εις αύξησιν".
Ταυτόχρονα η Μονή είχε αρκετά μετόχια από τους πρόποδες του Υμηττού έως την Ανάβυσσο, που της απέφεραν επιπλέον προσόδους από καλλιέργεια αμπελώνων και ελαιώνων.
Ταυτόχρονα η Μονή είχε αρκετά μετόχια από τους πρόποδες του Υμηττού έως την Ανάβυσσο, που της απέφεραν επιπλέον προσόδους από καλλιέργεια αμπελώνων και ελαιώνων.
Με την κατάληψη των Αθηνών από τους Φράγκους το 1204 μ.Χ., ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ υπήγαγε τη Μονή δια της βίας στον διορισθέντα Λατίνο αρχιεπίσκοπο Αθηνών. Από γραπτή επιστολή του εξόριστου τότε στην Κέα ορθοδόξου μητροπολίτου Αθηνών Αγίου Μιχαήλ Χωνιάτη το 1209 μ.Χ. μαθαίνουμε για τον εκλατινισμό της αδελφότητας της Μονής παράλληλα με την εμφάνιση οικονομικών ατασθαλιών στην διαχείρισή της.
Με την κατάκτηση των Αθηνών από τους Τούρκους το 1458 μ.Χ. και την εκδίωξη των Λατίνων, η Μονή ξαναέγινε ορθόδοξη. Ήταν τότε, που ο Μωάμεθ ο Πορθητής επισκέφτηκε την Αθήνα κατά την επιστροφή του από την Πελοπόννησο, για να γνωρίσει από κοντά την περιώνυμη πόλη των Αθηνών. Ο ηγούμενος της Μονής λόγω της γλωσσομάθειάς του φέρεται να μεσολάβησε στην αναίμακτη παράδοση της Ακροπόλεως από τους Φλωρεντιανούς δούκες Ατσαγιόλι στους Οθωμανούς Τούρκους. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την τιμητική υποδοχή, που πιθανώς να επιφύλαξε η αδελφότητα στην Σουλτάνο, οδήγησε τον Μωάμεθ να παραχωρήσει φορολογική ατέλεια στην Ιερά Μονή μεταξύ άλλων προνομίων. Σύμφωνα μάλιστα με μια αμφισβητούμενη καταγραφείσα πληροφορία του Γάλλου ιατρού - περιηγητού Jacob Spon (1675 μ.Χ.), ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής ήταν εκείνος που παρέδωσε συμβολικά κλειδιά της πόλεως των Αθηνών στον Μωάμεθ.
Με την κατάκτηση των Αθηνών από τους Τούρκους το 1458 μ.Χ. και την εκδίωξη των Λατίνων, η Μονή ξαναέγινε ορθόδοξη. Ήταν τότε, που ο Μωάμεθ ο Πορθητής επισκέφτηκε την Αθήνα κατά την επιστροφή του από την Πελοπόννησο, για να γνωρίσει από κοντά την περιώνυμη πόλη των Αθηνών. Ο ηγούμενος της Μονής λόγω της γλωσσομάθειάς του φέρεται να μεσολάβησε στην αναίμακτη παράδοση της Ακροπόλεως από τους Φλωρεντιανούς δούκες Ατσαγιόλι στους Οθωμανούς Τούρκους. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την τιμητική υποδοχή, που πιθανώς να επιφύλαξε η αδελφότητα στην Σουλτάνο, οδήγησε τον Μωάμεθ να παραχωρήσει φορολογική ατέλεια στην Ιερά Μονή μεταξύ άλλων προνομίων. Σύμφωνα μάλιστα με μια αμφισβητούμενη καταγραφείσα πληροφορία του Γάλλου ιατρού - περιηγητού Jacob Spon (1675 μ.Χ.), ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής ήταν εκείνος που παρέδωσε συμβολικά κλειδιά της πόλεως των Αθηνών στον Μωάμεθ.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση τα παραχωρηθέντα προνόμια της Μονής ήταν εκείνα, που δημιούργησαν την σημαντική περιουσία της, η οποία χρησιμοποιήθηκε κατά κύριο λόγο για την ανακούφιση των υπόδουλων Αθηναίων.
Με το προαναφερθέν σιγίλιο του 1678 μ.Χ. ανανεώθηκε και η ιδιότητα της Μονής ως «σταυροπηγιακής», με μοναδική δέσμευση της αδελφότητας έναντι του μητροπολίτη Αθηνών να είναι η μνημόνευσή του κατά τη Θεία Λατρεία.
Η εύπορη οικογένεια Μπενιζέλου (πρόγονοι Αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας) πιθανώς να επιδότησε τις αγιογραφίες του νάρθηκα, οι οποίες φιλοτεχνήθηκαν το 1682 μ.Χ. από τον Ιωάννη Ύπατο, τον Πελοποννήσιο σύμφωνα με σχετική επιγραφή του δυτικού τοίχου του ναού.
Μετά την πολιορκία των Αθηνών από τους Βενετούς του Μοροζίνη το 1687 μ.Χ. οι κάτοικοι της Αττικής για να αποφύγουν τις μαζικές σφαγές εγκατέλειψαν σε μεγάλο βαθμό την Αθήνα και τα πέριξ χωριά.
Με το προαναφερθέν σιγίλιο του 1678 μ.Χ. ανανεώθηκε και η ιδιότητα της Μονής ως «σταυροπηγιακής», με μοναδική δέσμευση της αδελφότητας έναντι του μητροπολίτη Αθηνών να είναι η μνημόνευσή του κατά τη Θεία Λατρεία.
Η εύπορη οικογένεια Μπενιζέλου (πρόγονοι Αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας) πιθανώς να επιδότησε τις αγιογραφίες του νάρθηκα, οι οποίες φιλοτεχνήθηκαν το 1682 μ.Χ. από τον Ιωάννη Ύπατο, τον Πελοποννήσιο σύμφωνα με σχετική επιγραφή του δυτικού τοίχου του ναού.
Μετά την πολιορκία των Αθηνών από τους Βενετούς του Μοροζίνη το 1687 μ.Χ. οι κάτοικοι της Αττικής για να αποφύγουν τις μαζικές σφαγές εγκατέλειψαν σε μεγάλο βαθμό την Αθήνα και τα πέριξ χωριά.
Ευτυχώς κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας κυρίως, η Μονή ευτύχησε να διοικηθεί από διαπρεπείς ηγουμένους και να αναπτύξει σημαντική πνευματική ακτινοβολία. Στα χρόνια της ακμής της φιλοξένησε σημαντικές πνευματικές μορφές της κάθε εποχής, όπως τον Θεοφάνη, τον Ιωάννη Δορυανό, τον ηγούμενο Ιεζεκήλ Στεφάκη, τον Θεοφάνη Καβαλλάρη και τον Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα μεταξύ άλλων.
Στην διάρκεια της εποχής αυτής η Μονή απολάμβανε την πλήρη εκτίμηση των κατακτητών, οι οποίοι την αποκαλούσαν κοτς-μπασί, δηλαδή κριού-κεφαλή. Την ονομασία αυτή την έλαβε προφανώς από την πηγή την ενδεδυμένη με κεφαλή μαρμάρινου κριαριου, η οποία βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του εξωτερικού τοίχους της Μονής. |
Παλιές αποτυπώσεις της Ιεράς Μονής,
πριν τις πραγματοποιηθείσες εργασίες αναστηλώσεώς της. |
Στα 1792 μ.Χ. η Ιερά Μονή κινδύνευε σοβαρά λόγω υπέρογκου χρέους να περιέλθει στα χέρια του άρπαγα και βάναυσου αγά των Αθηνών Αλή Χασέκη. Για να αποσοβήσουν αυτό το ενδεχόμενο οι πρόκριτοι των Αθηνών μαζί με τους ηγουμένους των λοιπών Μονών του Υμηττού, προκάλεσαν την υπαγωγή της Ιεράς Μονής Καισαριανής στον τότε μητροπολίτη Αθηνών Βενέδικτο. Πράγματι με σιγίλιο του πατριάρχου Νεόφυτου το 1792 μ.Χ., η Μονή απώλεσε οριστικά την “σταυροπηγιακή” της ιδιότητα, υπαγόμενη απευθείας στη μητρόπολη Αθηνών. Η ενέργεια αυτή αν και υπήρξε σωτήρια για τη Μονή, εν τούτοις ενίσχυσε τον μαρασμό της με την τελική της κατάρρευση να είναι ζήτημα χρόνου πλέον. Πάντως η συμμετοχή της Μονής στην επανάσταση των Αθηνών του 1821 μ.Χ., παρ’ όλη την παρακμή της, υπήρξε σημαντική. Η στρατηγική της θέση ευνοούσε τις πολεμικές επιχειρήσεις των Ελλήνων, ως ορμητήριο - καταφύγιο των αγωνιστών. Μεταπεναστατικά, η Μονή διασώθηκε παραδόξως από την αντιμοναστική μανία των Βαυαρών, μετετραπείσα σε γυναικείο ησυχαστήριο για λίγες δεκαετίες μέχρι να εγκαταλειφθεί οριστικά. |
Στις αρχές του 20ου αιώνα μ.Χ. η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού, αφού πραγματοποίησε τις απαραίτητες αναστηλωτικές εργασίες, ανακήρυξε ολόκληρο το συγκρότημα διατηρητέο χριστιανικό μνημείο.
Η πρώτη ολοκληρωμένη μελέτη και αναστήλωση της Ιεράς Μονής Καισαριανής συνετελέσθη κατά τα έτη 1952-55 μ.Χ. με επιμέλεια και χρηματοδότηση της Φιλοδασικής Εταιρείας σε συνεργασία πάντα με την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Τότε ήταν, που ο Τάσος Μαργαριτώφ ανέλαβε με μεγάλη επιτυχία να αποκαταστήσει τις μεταβυζαντινές τοιχογραφίες της Ιεράς Μονής.
Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι οι σεισμοί του 1981 και 1999 μ.Χ. προκάλεσαν σοβαρές ζημιές σε τμήματα του μοναστηριακού συγκροτήματος, με αποτέλεσμα για πολλά χρόνια ο χώρος να είναι μη επισκέψιμος λόγω αρχαιολογικών επισκευών.
Η πρώτη ολοκληρωμένη μελέτη και αναστήλωση της Ιεράς Μονής Καισαριανής συνετελέσθη κατά τα έτη 1952-55 μ.Χ. με επιμέλεια και χρηματοδότηση της Φιλοδασικής Εταιρείας σε συνεργασία πάντα με την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Τότε ήταν, που ο Τάσος Μαργαριτώφ ανέλαβε με μεγάλη επιτυχία να αποκαταστήσει τις μεταβυζαντινές τοιχογραφίες της Ιεράς Μονής.
Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι οι σεισμοί του 1981 και 1999 μ.Χ. προκάλεσαν σοβαρές ζημιές σε τμήματα του μοναστηριακού συγκροτήματος, με αποτέλεσμα για πολλά χρόνια ο χώρος να είναι μη επισκέψιμος λόγω αρχαιολογικών επισκευών.
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
Κατά τους υστεροβυζαντινούς - μεταβυζαντινούς χρόνους η Ιερά Μονή απέκτησε μεγάλη φήμη, λόγω της σημαντικής και πλούσιας βιβλιοθήκης, που διέθετε. Η βιβλιοθήκη αυτή πιθανώς να περιελάμβανε εκτός των άλλων, πλήθος πολυτίμων χειρογράφων των φιλοσοφικών σχολών της Αθήνας, που έκλεισε ο Ιουστινιανός το 529 μ.Χ..
Οι Άγγλοι εκμεταλλευόμενοι τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την Τουρκοκρατία στην Ελλάδα, φρόντισαν να “προμηθευτούν” αρκετά από τα χειρόγραφα αυτά. Σύμφωνα με καταγραφές των δημογερόντων της εποχής αρκετά από αυτά “...επωλήθησαν μεμβράναις εις τους Άγγλους...”.
Κατά τους επαναστατικούς χρόνους ο τότε Μητροπολίτης Αθηνών Διονύσιος επέδειξε εξαιρετικό ζήλο για την διάσωση των κειμηλίων και χειρογράφων της Μονής. Κάποια λίγα από τα κειμήλια της Μονής Καισαριανής διεσώθησαν χάρις στην μεταφορά τους το 1822 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνος. Αντίθετα η βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Καισαριανής, μεταφέρθηκε για μεγαλύτερη προστασία την ίδια χρονιά στην Ακρόπολη, κίνηση που εκ των υστέρων αποδείχθηκε λανθασμένη, καθότι κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Ακροπόλεως από τους Τούρκους το 1826-1827 μ.Χ. καταστράφηκε ολοσχερώς. Υπάρχει μάλιστα η πιθανότητα οι ίδιοι αγωνιστές της Ακροπόλεως να κατέστρεψαν τα χειρόγραφα για την δημιουργία φυσιγγιών μπροστά στην δραματική έλλειψη χαρτιού που αντιμετώπιζαν.
Οι Άγγλοι εκμεταλλευόμενοι τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την Τουρκοκρατία στην Ελλάδα, φρόντισαν να “προμηθευτούν” αρκετά από τα χειρόγραφα αυτά. Σύμφωνα με καταγραφές των δημογερόντων της εποχής αρκετά από αυτά “...επωλήθησαν μεμβράναις εις τους Άγγλους...”.
Κατά τους επαναστατικούς χρόνους ο τότε Μητροπολίτης Αθηνών Διονύσιος επέδειξε εξαιρετικό ζήλο για την διάσωση των κειμηλίων και χειρογράφων της Μονής. Κάποια λίγα από τα κειμήλια της Μονής Καισαριανής διεσώθησαν χάρις στην μεταφορά τους το 1822 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνος. Αντίθετα η βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Καισαριανής, μεταφέρθηκε για μεγαλύτερη προστασία την ίδια χρονιά στην Ακρόπολη, κίνηση που εκ των υστέρων αποδείχθηκε λανθασμένη, καθότι κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Ακροπόλεως από τους Τούρκους το 1826-1827 μ.Χ. καταστράφηκε ολοσχερώς. Υπάρχει μάλιστα η πιθανότητα οι ίδιοι αγωνιστές της Ακροπόλεως να κατέστρεψαν τα χειρόγραφα για την δημιουργία φυσιγγιών μπροστά στην δραματική έλλειψη χαρτιού που αντιμετώπιζαν.
ΑΓΙΑΣΜΑ
Διακόσια περίπου μέτρα νοτιανατολικά της Μονής, υπήρχε πάνω σε ένα μικρό ύψωμα το παρεκκλήσι της Αναλήψεως του Κυρίου με το γνωστό «αγίασμα» της Μονής. Το νερό του αγιάσματος θαυματουργούσε σε τέτοιο βαθμό, που έχουν καταγραφεί αρκέτες περιπτώσεις Τούρκων πασχόντων να έχουν καταφύγει σε αυτό, προκειμένου να θεραπευτούν. Μάλιστα κατά την εορτή της Αναλήψεως εκάστου έτους, σαράντα ημέρες μετά το Πάσχα, τελείτο Μεγάλη Πανήγυρις μεγαλύτερη μάλιστα και από αυτήν του Καθολικού του Μοναστηρίου κατά την εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου).
Υπάρχει μάλιστα η λαϊκή παράδοση, την οποία διασώζει παραστατικό στο διήγημά του με τον τίτλο: «Το θαύμα της Καισαριανής», ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (διαβάστε το από εδώ), πως κάποιο περιστέρι βουτούσε τα φτερά του στο «αγίασμα» και κατόπιν όποιος έπαιρνε από αυτό το νερό γιάτρευε διάφορες αρρώστιες.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
H παλαιότερη απεικόνιση του μοναστηριακού συγκροτήματος της Καισαριανής προέρχεται από τον Ρώσο προσκυνητής Μπάρσκι. Στο σχέδιο του, του έτους 1745 μ.Χ. διακρίνονται τα ίδια κτίρια, που απαντά και ο σημερινός επισκέπτης. Εκτός περιβόλου, στα νοτιοδυτικά του μοναστηριού φαίνεται το κοιμητήριο του λόφου των Ταξιαρχών με την ναΰδριο της εποχής της τουρκοκρατίας.
Η χρονολόγηση του ναού στον 11ο αιώνα μ.Χ., ελλείψει γραπτών πηγών προέκυψε εκ διαφόρων αρχιτεκτονικών στοιχείων του. Τα κυριώτερα εκ των οποίων είναι : η επιμέλεια κατασκευής του τρούλλου, η πλινθοπερίκλειστη κατασκευή των εξωτερικών πλευρών του καθολικού, τα διαφορετικά επίπεδα της στέγασης και από οι γενικές επιμήκεις αναλογίες τους.
Αντίθετα, καμαροσκεπής νάρθηκας μαζί με το κωδωνοστάσιο και το παρεκκλήσιο του Αγίου Αντωνίου, είναι προσθήκες των χρόνων της τουρκοκρατίας. Ο τριμερής νάρθηκας, παρότι στεγάζεται από τύμπανο και τρούλλο κεντρικά δεν διακρίνεται από την ίδια επιμέλεια κατασκευής με τον κυρίως ναό.
Αντίθετα, καμαροσκεπής νάρθηκας μαζί με το κωδωνοστάσιο και το παρεκκλήσιο του Αγίου Αντωνίου, είναι προσθήκες των χρόνων της τουρκοκρατίας. Ο τριμερής νάρθηκας, παρότι στεγάζεται από τύμπανο και τρούλλο κεντρικά δεν διακρίνεται από την ίδια επιμέλεια κατασκευής με τον κυρίως ναό.
Εσωτερικά του καθολικού δεσπόζει το αναστηλωμένο -βάσει διατηρηθέντων τμημάτων του- βυζαντινό μαρμάρινο τέμπλο με την Αγία Τράπεζα.
Η λατρευτική συνέχεια του χώρου, όπως ήδη αναπτύχθηκε παραπάνω αποδεικνύεται και από τον εντοιχισμό μαρμάρινων λειψάνων του ναού της Δήμητρος, αλλά και του πρώτου παλαιοχριστιανικού ναού στα βυζαντινά κυρίως κτίρια του μοναστηριού. Ταυτόχρονα αρκετά παλαιοχριστιανικά γλυπτά αναπτύσσονται στον περίβολο της Ιεράς Μονής, προερχόμενα πιθανότατα από την παλαιοχριστιανική βασιλική του λόφου των Ταξιαρχών. |
Η Ιερά Μονή με τα παρακολουθήματά της ήταν καλά οχυρωμένη με υψηλό τείχος, έχοντας δύο κύριες εισόδους. Την σημερινή κύρια δυτική είσοδο και μια ακόμα στην ανατολική πλευρά. Οι εκτεταμένες αναστηλωτικές εργασίες που έλαβαν χώρα τον τελευταίο αιώνα, απέδωσαν καρπούς με αποτέλεσμα ο επισκέπτης να μπορεί να επισκεφθεί εκτός του Καθολικού της Ιεράς Μονής,το παρεκκλήσι του Αγίου Αντωνίου, το καμπαναριό, το λουτρώνα, την τράπεζα της Μονής, η εστία, το μαγειρείο με την ψηλή καμινάδα, καθώς και το συγκρότημα των κελιών των μοναχών.
Από όλα αυτά τα κτίρια μόνο το Καθολικό και ο λουτρώνας ανηγήρθησαν την βυζαντινή εποχή και συγκεκριμένα, κάπου τον 11ο αιώνα μ.Χ.. Αντίθετα το μαγειρείο, η τράπεζα και η εστία, είναι μεταβυζαντινής περιόδου, ενώ το παρεκκλήσι, ο νάρθηκας και το καμπαναριό φέρεται να κτίστηκαν επί τουρκοκρατίας.
Όλα τα κτίσματα της Μονής είναι διατεταγμένα γύρω από την εσωτερική αυλή, όπου δεσπόζει το Καθολικό. Απέναντι του, απαντάται το επιμηκές κτίριο με την μεγάλη καμινάδα, που στεγάζει την τράπεζα, το μαγειρείο και την εστία, στη νότια πλευρά ο λουτρώνας, ενώ στη βόρεια πλευρά διώροφα κτίρια κελιών.
Το αφιερωμένο Καθολικό στα Εισόδια της Θεοτόκου, ακολουθεί τον ρυθμό του τετρακίονου σταυροειδούς εγγεγραμμένους ναού (σύνθετου κατά τον Μ. Σωτηρίου - ημισύνθετου κατά τον Α. Ορλάνδο). Ο τρούλλος στηρίζεται σε τέσσερις κίονες, τα κιονόκρανα των οποίων είναι ιωνικού ρυθμού και προέρχονται από τον αρχαίο ναό. Η είσοδος σε αυτόν γινόταν από τη δυτική πλευρά χωρίς μεσολάβηση νάρθηκα αρχικά, ενώ ταυτόχρονα υπήρχε πλαϊνή θύρα στο βόρειο τμήμα του. Άνωθεν του μαρμάρινου κατωφλιού η θύρα κοσμείτο από ρωμαϊκό υπέρυθρο.
Λουτρώνας
Πρόκειται για τρίκογχο κτήριο, που περίκλειε εντός του μια φυσική πηγή. Στεγάζεται με ημισφαιρικό τρούλλο που στηρίζεται χωρίς τη μεσολάβηση τυμπάνου πάνω σε τέσσερα λοφία. Η χρονολόγησή του κτιρίου τον 11ο αιώνα μ.Χ. στηρίχθηκε κυρίως στην ομοιότητά του με τους έως σήμερα διασωθέντες λουτρώνες των Ιερών Μονών του Δαφνίου και του Δερβενοσάλεσιου Κιθαιρώνος της ιδίας εποχής. Κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας ο λουτρώνας μετράπη σε ελαιοτριβείο, εξ ού και τα μαρμάρινα ελαιοπιεστήρια και οι πίθοι που διασώζονται στο εσωτερικό του έως σήμερα. |
Τράπεζα
Απέναντι από το καθολικό, κατά το έθος των Βυζαντινών, αναπτύσσεται μέσα σε ένα ενιαίο και αυτοτελές κτίριο η τράπεζα, με τον προθάλαμο και το μαγειρείο της. Το κτίριο χρονολογείται πιθανότατα μεταξύ 16ου - 17ου αιώνος μ.Χ.. Η τράπεζα είναι μια επιμήκης ορθογώνια θολωτή αίθουσα με κτιστό πεζούλι προσκολλημένο στους τέσσερις τοίχους και μια μικρή κόγχη στην βόρεια πλευρά της, που φιλοξενούσε την θέση του εκάστοτε ηγουμένου της Μονής. Ο μικρός προθάλαμος (οψοφυλάκιο) της εστίας φαίνεται ότι χρησίμευε ως αποθηκευτικός χώρος τροφίμων, εξ ου και οι βάσεις τοποθετήσεως πυθαριών που βρέθηκαν σε αυτόν. Αντίθετα το μαγειρείο είναι τετράγωνης κατόψεως με θολωτή οροφή απ'όπου υψώνεται υψηλή καπνοδόχος και επικοινωνεί απευθείας τόσο με τον εξωτερικό χώρο, όσο και το οψοφυλάκιο.
|
Κελλιά Μοναχών
Τα κελλιά των μοναχών μαζί με τον πύργο του Μπενιζέλου καταλαμβάνουν σχεδόν ολόκληρη τη νότια πλευρά της Ιεράς Μονής. Η διώροφη πτέρυγα με τα κελλιά των μοναχών, στεγάζει έξι πανομοιότυπα καμαροσκέπαστα δωματιάκια σε κάθε όροφο, με τις κολώνες, που στηρίζουν τις καμάρες του συγκροτήματος, να προέρχονται κατά τα φαινόμενα από την παλαιοβασιλική του Λόφου των Ταξιαρχών. Αντίθετα ο πύργος του Μπενιζέλου είναι τριώροφος με ορθογώνια κάτοψη. Το ισόγειο και ο πρώτος όροφος στεγάζονται με ημικυλινδρικούς θόλους, ενώ μια δίρριχτη στέγη καλύπτει ολόκληρο τον πύργο.
ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΕΣ
Ο κυρίως ναός, ο νάρθηκας και το παρεκκλήσι καλύπτονται πλήρως από αξιοσήμαντες και σε καλή κατάσταση τοιχογραφίες, της λεγομένης κρητικής σχολής. Παραπέμπουν σε εικονογραφικά πρότυπα του 16ου αιώνα μ.Χ., που συναντούμε κυρίως στα καθολικών Ιερών Μονών του Αγίου Όρους.
Για τους ειδικούς είναι σαφές το γεγονός ότι ήταν διαφορετικοί οι αγιογράφοι, που φιλοτέχνησαν τους λατρευτικούς χώρους της Μονής επί εποχής Τουρκοκρατίας. Όμως δεν μπορούν με βεβαιότητα να απαντήσουν στο ερώτημα αν η αγιογράφηση του κυρίως ναού προηγήθηκε του νάρθηκα ή το αντίστροφο. Σε οποιαδήποτε περίπτωση η αγιογράφηση του νάρθηκος ολοκληρώθηκε από τον Ιωάννη Ύπατο τον Πελοποννήσιο, την 20η Αυγούστου του έτους 1682 μ.Χ., σύμφωνα με σχετική επιγραφή του δυτικού του τοίχου. |
|
Πολυποίκιλα τα θέματα της αγιογραφίας αναφέρονται ενδεικτικά κάποια εξ αυτών.
Στο καθολικό διακρίνουμε στον τρούλλο τον Παντοκράτορα και σε χαμηλότερη ζώνη στο τύμπανο την Παναγία, τον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο και αγγέλους, οι οποίοι πλαισιώνουν την Ετοιμασία του Θρόνου. Στα λοφία τους τέσσερις Ευαγγελιστές. Στην κόγχη του ιερού παριστάνεται η Πλατυτέρα, ένθρονη, πλαισιωμένη από δύο αγγέλους και χαμηλότερα η Θεία Μετάληψη.
Η παλαιότερη τοιχογραφία βρισκόταν στον εξωτερικό νότιο τοίχο του καθολικού πού σήμερα περιλαμβάνεται μέσα στο παρεκκλήσι του Αγίου Αντωνίου. Είναι μία μορφή Παναγίας, δεομένης προς αριστερά, με αδρές γραμμές σχεδίου που φανερώνουν επαρχιακή τεχνοτροπία του 14ου αιώνα μ.Χ..
Στους στους αντικριστούς βόρειο και νότιο τοίχο του νάρθηκα απεικονίζεται η Ρίζα Ιεσσαί, ο Χριστός η Άμπελος, συνθέσεις πολυπρόσωπες, καθώς και πληθώρα μορφών αγίων. |
Στο εξωνάρθηκα, την προσοχή κεντρίζει η Αγιογράφηση της Αγίας Τριάδος στον τρούλλο , μια παράσταση που οι Βυζαντινοί απέφευγαν να ζωγραφίσουν δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε την μορφή του Α΄ προσώπου της Αγίας Τριάδος, αυτής Του Πατέρα. Αντ' αυτού χρησιμοποιούσαν την παράσταση της Αβραμιαίας Φιλοξενίας των Τριών Αγγέλων, που προτύπωναν την ενότητα της Αγίας Τριάδος.
|
|
|
Byzantine Athens